- ερισθενής
- ἐρισθενής, -ές (Α)(για τον Δία) πολύ ισχυρός, μεγαλοδύναμος («Διός εὔχετ’ ἐρισθενέος πάις εἶναι» — καυχιέται ότι είναι γιος τού μεγαλοδύναμου Δία, Ομ. Ιλ.)επίσης για τον Ποσειδώνα, για τις Ερινύες, για ανθρώπους και για πράγματα.επίρρ...ἐρισθενέωςπολύ ισχυρά, με μεγάλη δύναμη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ερι- (επιτ. μόριο) + -σθενής (< σθένος)].
Dictionary of Greek. 2013.